Αν σκέφτεστε συχνά «δεν μπορώ», αυτή η ιστορία του Χόρχε Μπουκάϊ, έχει κάτι να σας πει.

Δεν είναι λίγες οι φορές που ερχόμαστε αντιμέτωποι με το δικό μας «δεν μπορώ» και παρόλο που έχουμε την θέληση και την επιθυμία να κάνουμε πράγματα, κάτι μας «κρατάει» ή αλλιώς, μας αποτρέπει.

Κάποιες φορές, μπορεί να είναι ο φόβος του να αντιμετωπίσουμε την περίπτωση μιας αποτυχίας, ενώ άλλες φορές η ανασφάλεια μας για το αν μπορούμε να ανταπεξέλθουμε όπως θα θέλαμε. Άλλες φορές πάλι, ίσως να πρόκειται για πολύ μεγαλύτερους φόβους, οι οποίοι μας στερούν την δυνατότητα να λάβουμε σοβαρές και σημαντικές αποφάσεις για την ζωή μας και για το πώς θα θέλαμε να είμαστε. Το αποτέλεσμα είναι να αισθανόμαστε εγκλωβισμένοι και ανήμποροι να πάρουμε μια κατάσταση στα χέρια μας. Είναι όμως έτσι;

Σε κάθε περίπτωση, η παρακάτω ιστορία του Χόρχε Μπουκάϊ, ίσως κρύβει για εσάς μια απάντηση. Πάντα χαίρομαι να την μοιράζομαι με τους θεραπευόμενους μου και σήμερα θα χαρώ να την μοιραστώ και εδώ.

Από το βιβλίο του: «Να σου πω μια ιστορία», 2006.

«Όταν ήμουν μικρός μου άρεσε πολύ το τσίρκο, και στο τσίρκο μου άρεσαν πιο πολύ τα ζώα. Μου έκανε τρομερή εντύπωση ο ελέφαντας που, όπως έμαθα αργότερα, είναι το αγαπημένο ζώο όλων των παιδιών. Στην παράσταση, το θεόρατο ζώο έκανε επίδειξη του τεράστιου βάρους του, του όγκου και της δύναμης του. Όμως, μετά την παράσταση και λίγο προτού επιστρέψει στην σκηνή, ο ελέφαντας στεκόταν δεμένος συνεχώς σε ένα μικρό ξύλο μπηγμένο στο έδαφος. Μία αλυσίδα κρατούσε φυλακισμένα τα πόδια του.

Ωστόσο, το ξύλο ήταν αληθινά μικροσκοπικό και έμπαινε σε ελάχιστο βάθος μέσα στο έδαφος. Μολονότι η αλυσίδα ήταν χοντρή και ισχυρή, μου φαινόταν ολοφάνερο ότι ένα ζώο που μπορεί να ξεριζώσει δέντρα με την δύναμη του, θα μπορούσε εύκολα να λυθεί και να φύγει. Το θεωρούσα αληθινό μυστήριο.

Μα τι τον κρατάει; Γιατί δεν το σκάει;

Όταν ήμουν πέντε ή έξι ετών πίστευα ακόμα στην σοφία των μεγάλων. Ρώτησα τότε κάποιον δάσκαλο, τον πατέρα μου και έναν θείο μου, για το μυστήριο του ελέφαντα. Κάποιος μου εξήγησε ότι ο ελέφαντας δεν το έσκαγε γιατί ήταν δαμασμένος. Έκανα τότε την προφανή ερώτηση: «Και αφού είναι δαμασμένος, γιατί τον αλυσοδένουν; » Δεν θυμάμαι να πήρα κάποια ικανοποιητική απάντηση. Με τον καιρό, ξέχασα το μυστήριο του ελέφαντα με το παλούκι, και το θυμόμουν μόνο όταν βρισκόμουν με κάποιους που είχαν αναρωτηθεί κάποτε πάνω στο ίδιο θέμα.

Πριν από μερικά χρόνια ανακάλυψα, ευτυχώς για μένα, ότι κάποιος είχε αρκετή σοφία στην ανακαλύψει την απάντηση.

Ο ελέφαντας του τσίρκου δεν το σκάει γιατί τον έδεναν σε ένα παρόμοιο παλούκι από τότε που ήταν πολύ, πολύ μικρός.

Έκλεισα τα μάτια και φαντάστηκα το νεογέννητο ανυπεράσπιστο ελέφαντα δεμένο στο παλούκι. Είμαι βέβαιος ότι τότε το ελεφαντάκι είχε σπρώξει, τραβήξει και ιδρώσει πασχίζοντας να ελευθερωθεί. Μα, παρόλες τις προσπάθειες του, δεν τα είχε καταφέρει, γιατί εκείνο το παλούκι ήταν πολύ γερό για τις δυνάμεις του.

Φαντάστηκα ότι θα κοιμόταν εξαντλημένο και την επόμενη μέρα θα προσπαθούσε ξανά, και την μεθεπόμενη το ίδιο… Ώσπου, μια μέρα, μια φρικτή μέρα για την ιστορία του, το ζώο θα παραδεχόταν την αδυναμία του και θα υποτασσόταν στην μοίρα του.

Αυτός ο πανίσχυρος και θεόρατος ελέφαντας που βλέπουμε στο τσίρκο δεν το σκάει γιατί νομίζει ότι δεν μπορεί, ο δυστυχής.

Η ανάμνηση της αδυναμίας που ένιωσε λίγο μετά τη γέννηση του είναι χαραγμένη στη μνήμη του. Και το χειρότερο είναι ότι ποτέ δεν αμφισβήτησε σοβαρά αυτή την ανάμνηση.

Ποτέ μα ποτέ δεν ξαναπροσπάθησε να δοκιμάσει τις δυνάμεις του…

Περιδιαβαίνουμε τον κόσμο δεμένοι σε εκατοντάδες παλούκια που μας στερούν την ελευθερία. Ζούμε πιστεύοντας ότι «δεν μπορούμε» να κάνουμε ένα σωρό πράγματα, απλώς επειδή μία φορά, πριν από πολύ καιρό, όταν ήμασταν μικροί, προσπαθήσαμε και δεν τα καταφέραμε.

Πάθαμε τότε το ίδιο με τον ελέφαντα. Χαράξαμε στη μνήμη μας αυτό το πράγμα. Μεγαλώσαμε κουβαλώντας αυτό το μήνυμα που επιβάλουμε στον εαυτό μας και γι’ αυτό ποτέ ξανά δεν επιχειρήσαμε να ελευθερωθούμε από το παλούκι.

Όταν, μερικές φορές, νιώθουμε τους χαλκάδες να σφίγγουν τα πόδια μας και ακούμε τον ήχο της αλυσίδας μας, κοιτάζουμε λοξά το παλούκι και σκεφτόμαστε:

«Δεν μπορώ και ποτέ δεν θα μπορέσω.»

Ο μοναδικός τρόπος να μάθεις εάν μπορείς είναι να προσπαθήσεις πάλι με όλη σου την ψυχή… Με όλη σου την ψυχή!»

Αν αναλογιστείτε το νόημα αυτής της ιστορίας, είναι μικρή η πιθανότητα να μην μπείτε σε σκέψεις για το δικό σας «δεν μπορώ».

Η επιθυμία και η προσδοκία μου, είναι να παροτρύνω τους αναγνώστες αυτού του άρθρου να δοκιμάσουν ξανά τις δυνάμεις τους και να μην παρατήσουν τις προσπάθειες τους να φτιάξουν μια ζωή όπως την θέλουν.

Μην μένετε σε αυτό που δεν καταφέρατε τότε, όποιο και να ήταν!

Μείνετε σε αυτό που μπορείτε να καταφέρετε τώρα!

Αιμιλία Κουρή – Σύμβουλος Ψυχικής Υγείας/ Ψυχολόγος BSc/ MSc

Πηγή: Να σου πω μια ιστορία, Χόρχε Μπουκάι, εκδ. Opera, Αθήνα, 2008

Κοινοποίηση
Phone: 6946095246
Σεβαστουπόλεως 107, Αμπελόκηποι (πλησίον μετρό Πανόρμου)