Κλείνοντας μετά από 3 χρόνια τον κύκλο της ψυχοθεραπείας της μαζί μου, η ας την πούμε “Άννα”, μου έστειλε ένα πολύ συγκινητικό e-mail με την επιθυμία να το δημοσιεύσω αν το επιθυμώ.
Το μοιράζομαι λοιπόν, επιθυμώντας να ακουστεί το μήνυμα, για το πόσο θεραπευτική μπορεί να είναι η σχέση μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου και το πόσο ευεργετική είναι η ψυχοθεραπεία. Πώς τελικά αλλάζουμε και πώς νιώθουμε πιο γεμάτοι, πώς μαθαίνουμε να είμαστε πιο κοντά στον εαυτό μας και γιατί όχι, τελικά, πιο ευτυχισμένοι.
Μέσα από τα μάτια μιας θεραπευόμενης μου…
«Η ψυχοθεραπεία μου με την κα Κουρή ήταν και παραμένει από τις πιο σημαντικές και συγκινητικές εμπειρίες της ζωής μου. Μια εμπειρία η οποία έκλεισε μετά από 3 ολόκληρα χρόνια σκληρής δουλειάς, χαράς και ανακούφισης μαζί. Θέλω σε αυτό το σημείο να πω ότι ο πληθυντικός, το “κα Κουρή” δηλαδή το οποίο χρησιμοποιώ, είναι μια δική μου ανάγκη να χρησιμοποιήσω πληθυντικό, κυρίως από σεβασμό προς το πρόσωπο της. Ποτέ η Αιμιλία δεν ήταν απρόσιτη, και πολλάκις με προσκάλεσε να κάνουμε άρση του πληθυντικού όλα αυτά τα χρόνια.
Θα ήθελα πολύ το παρόν να δημοσιευτεί, για να παροτρυνθούν άνθρωποι να ξεκινήσουν το ταξίδι της ψυχοθεραπείας και να μην μείνει μόνο ως σκέψη. Όμως αυτό το αφήνω πάνω της.
Εγώ θέλω να μοιραστώ την δική μου εμπειρία, μέσα από την δική μας θεραπευτική σχέση…
Όταν ξεκίνησα ψυχοθεραπεία, ούτε είχα πάει σε ψυχολόγο ξανά, ούτε πίστευα ότι κάτι μπορεί ν’ αλλάξει. Μαζί της, έμαθα να εμπιστεύομαι τη διαδικασία της αλλαγής.
Όταν ξεκίνησα, χρειαζόμουν κάποιον να μου επιτρέψει να φροντίσω τον εαυτό μου. Να μου επισημάνει πως αυτό ΔΕΝ είναι εγωιστικό και να με βοηθήσει να διαχειριστώ τις ενοχές μου. Αυτό ήταν το μεγαλύτερο δώρο που μου έδωσε η κα Κουρή, δείχνοντας κατανόηση σε όλες τις ανησυχίες μου και βοηθώντας με να δω καθαρά. Να βάλω πάνω απ’ όλα εμένα. Ούτε μία φορά δεν ένιωσα ότι οι δύσκολες συνεδρίες μας της ήταν βάρος.
Όταν ξεκίνησα, ήταν μία περίοδος της ζωής μου που όλοι με έκριναν. Ούτε μία φορά δεν ένιωσα ότι κρίνομαι μαζί της. Ποτέ δεν έκανε εις βάρος μου βαρύγδουπες ερμηνείες που θα με διέλυαν. Πάντα με αντιμετώπιζε με σεβασμό. Όλες τις πλευρές μου: τις όμορφες και τις άσχημες. Και με βοήθησε να κάνω χώρο στη ζωή μου και να τις αγκαλιάσω. Ακόμα και εκείνες τις πλευρές μου για τις οποίες ντρεπόμουν, αποδέχτηκα με την βοήθεια της ακόμα και εκείνες. “Τις χώρεσα” στη ζωή μου. Επέτρεψα στον εαυτό μου να μην είναι τέλειος…
Έγινα πιο ευτυχισμένη. Έγινα πιο χαρούμενη. Ένιωσα πιο ανέμελη. Ξεκίνησε να με απασχολεί τι θα σκεφτώ εγώ για μένα αν συνέχιζα έτσι, όχι το τι θα σκεφτόντουσαν για μένα οι άλλοι. Ξεκίνησα να βάζω όρια, να λέω “όχι”. Να απομακρύνω όσους δεν έπαιρναν στα σοβαρά τις ανάγκες μου, αλλά και να αναγνωρίσω ότι ούτε εγώ ήμουν ο καλύτερος άνθρωπος. Κατάφερα να δώσω χώρο στον εαυτό μου. Να λύσω τα πένθη μου, να συγχωρήσω ανθρώπους, αλλά και να ζητήσω συγγνώμη από άλλους.
Μαζί με την κα Κουρή έμαθα να αντέχω να αναγνωρίζω ότι υπήρχαν φορές στη ζωή μου όπου είχα άδικο. Αδίκησα ανθρώπους. Έκανα ή έλεγα λάθος πράγματα και υποκρινόμουν ότι τίποτα δεν είχε συμβεί. Ακόμα και σε απλές συναναστροφές με φίλους. Έμαθα να ζητώ συγγνώμη και να υπολογίζω τα συναισθήματα του άλλου όταν έλεγα κάτι που μπορεί να είχε ενοχλήσει ή προσβάλλει. Παλιά δεν ήξερα πώς να το διαχειριστώ. Έκανα σαν να μην το έχω πει, με αποτέλεσμα οι φίλοι μου να απομακρύνονται. Όταν λέμε ή κάνουμε κάτι λάθος είναι ανθρώπινο. Εγώ δεν είχα το θάρρος να απολογούμαι και ένιωθα άβολα/ανασφαλής/εκτεθειμένη να ζητήσω από κάποιον συγγνώμη. Τελικά έμαθα, ότι το να έχουμε το θάρρος να απολογηθούμε, μας φέρνει πιο κοντά με τους σημαντικούς μας ανθρώπους.
Την εμπιστεύτηκα την δεσποινίδα Κουρή. Και εκείνη αποδείχτηκε παραπάνω από αντάξια αυτής της εμπιστοσύνης. Την εμπιστεύτηκα από το πρώτο “Καλώς τη” που μου είπε όταν χτύπησα για πρώτη φορά το κουδούνι της. Είχα ανάγκη να νιώθω καλοδεχούμενη, είχα ανάγκη να εμπιστευτώ και να αλλάξω τα προβληματικά στοιχεία της ζωής μου. Θυμάμαι ότι κάποτε μου είπε: “Μείνε, και οι απαντήσεις θα έρθουν όταν δεν θα χρειάζεσαι πια απαντήσεις”. 3 χρόνια μετά, καταλαβαίνω πάρα πολύ καλά τι εννοούσε.
Γι αυτά και για πολλά άλλα, την ευχαριστώ που με συνόδευσε στο ταξίδι της αυτογνωσίας μου. Εύχομαι όλο και περισσότεροι άνθρωποι να αποφασίζουν καθημερινά να κάνουν αυτό το ταξίδι, έχοντας συνοδοιπόρους αξιόλογους επαγγελματίες ψυχικής υγείας, που είναι πρώτα απ’ όλα άνθρωποι και σε δεύτερη φάση επιστήμονες.
Με συγκίνηση,
Άννα»